ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΨΑΡΡΑ

ΚΛΙΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ - ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑ MSc, PhD

3. Από καρδιάς…

«Στη ζωή μου δεν έχω στόχους και όνειρα, δεν κάνω σχέδια…αφήνω τη ζωή να με πάει όπου θέλει αυτή, γιατί έχω παραιτηθεί εδώ και πολύ καιρό», ανέφερε η Α. στην πρώτη μας συνεδρία. Ήταν ένα γλυκό, χαμογελαστό κορίτσι, 21 ετών, με ευγενική φυσιογνωμία και με μια ήρεμη και λεπτή φωνή. Όση ευθραυστότητα και προσήνεια απέπνεε το παρουσιαστικό της, άλλη τόση δύναμη, σοφία και σιγουριά υπέκρυπτε ο τρόπος που ξεδίπλωνε τις σκέψεις της αλλά και γενικά η στάση της απέναντι στη ζωή.
Τα 21 χρόνια της έμοιαζαν να συμπυκνώνουν μέσα τους ανεκπλήρωτες λαχτάρες, ματαιωμένες προσδοκίες, διαψευσμένες ελπίδες, αλλά και ένα πείσμα για ζωή…Από μικρή είχε ταλαιπωρηθεί με προβλήματα υγείας, νοσηλείες, χειρουργεία, τα οποία την είχαν οδηγήσει, κατόπιν ιατρικών παραινέσεων, σε έναν πιο συντηρητικό τρόπο ζωής και σε περιορισμούς στην καθημερινότητά της. Στα 14 της διαγνώστηκε με ένα σπάνιο είδος μυοκαρδίτιδας, στο οποίο ένα ένζυμο στην καρδιά της εμποδίζει την επούλωσή της, με αποτέλεσμα αυτή να βρίσκεται σε διαρκή φλεγμονή. Έκτοτε οι γιατροί της απαγόρευσαν οποιαδήποτε δραστηριότητα, η οποία θα έβαζε σε κίνδυνο την καρδιά της και της συνέστησαν να βάλει απινιδωτή στην καρδιά, ως μοναδική σωτήρια λύση.
«Θέλω να αρχίσω να με βρίσκω πάλι» μου ζήτησε σχεδόν αποκαρδιωμένη από τον αποστειρωμένο τρόπο ζωής, τον οποίο είχε κληθεί να υιοθετεί. «Έχω χάσει τον εαυτό μου…Δεν θα έχω πλέον ποτέ μια φυσιολογική ζωή. Είτε βάλω τον απινιδωτή είτε όχι, δεν είμαι αυτό που θα ήθελα. Θα προτιμούσα να ζήσω 10 χρόνια έντονα, παρά 100 χρόνια χωρίς να ζω…δεν θέλω να ζω μισή ζωή. Μακάρι να ξυπνούσα μια μέρα και να έκανα ό,τι θέλω, χωρίς να σκεφτώ ότι πρέπει να προσέχω».
Έπρεπε να αποφασίσει για το αν θα υποβληθεί σε αυτό το επώδυνο χειρουργείο, χωρίς να είναι πεπεισμένη για το όφελός του στην ποιότητα ζωής της μετέπειτα. Ουσιαστικά, όπως το έθετε, το αμείλικτο ερώτημα, στο οποίο καλούνταν να απαντήσει, ήταν αν θέλει να ζει μισή ζωή ή να ζει μισή ζωή για πάντα.
«Αν βάλω τον απινιδωτή, ένα ξένο σώμα μέσα μου, θα νιώθω ότι έχω παραδώσει την ψυχή μου, δεν θα είμαι εγώ. Και μόνο που σκέφτομαι πόσο επώδυνο χειρουργείο είναι, απελπίζομαι…πόσο δε μάλλον όταν θα πρέπει να κάνω αυτό το χειρουργείο κάθε 10 χρόνια, για να τον αντικαθιστώ, επειδή αυτός θα σαπίζει μέσα μου…το μόνο όφελος είναι ότι σε ώρα ανάγκης θα δώσει ρεύμα στην καρδιά μου, σε περίπτωση που αυτή πάψει να χτυπάει…όμως ποτέ δεν θα μπορεί να τη θεραπεύσει, θα συνεχίσω να ζω με τους περιορισμούς… Αν όμως δεν τον βάλω, θα σκέφτομαι «γιατί δεν τον έβαλα, έπρεπε» και απλά κάποια στιγμή θα πάθω ανακοπή, ζώντας συντηρητικά όπως ούτως ή άλλως έκανα μέχρι τώρα. Πλέον δεν με φοβίζει ο θάνατος».
Δεν την φόβιζε ο θάνατος, γιατί ζούσε χρόνια αγκαλιά με αυτόν. Τον βίωνε σε κάθε ανεκπλήρωτη ζωντανή επιθυμία της, με την ενοχοποίηση οποιουδήποτε πράγματος την έκανε να νιώθει ζωντανή και ευτυχισμένη, με την παραίτηση από οποιοδήποτε δικαίωμα για ζωή. Ήταν όμηρος μιας κατάστασης που δεν είχε επιλέξει, κάθε χτύπος της καρδιάς της την οδηγούσε στη θανάτωση της ελευθερίας της για ζωή. Στην δύσκολη αυτή συγκυρία, ήρθε μετά από λίγο καιρό να προστεθεί και το αρνητικό αποτέλεσμα της εξέτασης ηλεκτροφυσιολογικού ελέγχου καρδιάς που έκανε, με βάση το οποίο είχε επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας της καρδιάς της, η δύναμη της οποίας αντιστοιχούσε πλέον ηλικιακά σε 60 ετών καρδιά. Αυτό την καταρράκωσε.
Αναγνώριζα στο βλέμμα της τον βαθύ πόνο της, τον τρόμο της και την απέραντη μοναξιά της. Συγκινήθηκα και θαύμασα με δέος το ψυχικό της σθένος να δίνει από την αρχή της ζωής της άνισες μάχες για τη ζωή της. Ό,τι για τους άλλους είναι αυτονόητο, για εκείνη ήταν δυσπρόσιτος στόχος. Όμως μέσα από αυτές τις αδυσώπητες μάχες της κινδύνευε να ξεχάσει ότι (ακόμη) ζει. Κινδύνευε να γίνει μια ζωντανή νεκρή! Πλέον θα ζούσε εξαιτίας του απινιδωτή, όχι παρά την ύπαρξή του! Είχε αποσυνδεθεί από οτιδήποτε την χαρακτηρίζει ως προσωπικότητα, ως άνθρωπο, ως ψυχική και πνευματική οντότητα και κυρίως απ΄ό,τι έδινε νόημα στη ζωή της…από οτιδήποτε σε τελική ανάλυση είχε την απεριόριστη και μοναδική ελευθερία να ορίζει και να επιλέγει. Μπορεί κινητικά να ήταν περιορισμένη, όμως ψυχοπνευματικά και συναισθηματικά ήταν απεριόριστη! Και κυρίως ελεύθερη να δίνει η ίδια μέσα από τα καρδιοχτύπια της τον ρυθμό στην καρδιά της, μέσα από τις συγκινήσεις, τη δέσμευση και την αφοσίωση σε ό,τι/οποιον της δίνει ζωή, να της δίνεις δύναμη και λόγο να χτυπάει δυνατά με ό,τι η ίδια επιλέγει και υπερασπίζεται ως σημαντικό στην καθημερινότητά της, όσο εκείνη αντέχει…